Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012


Μήπως;...

Μήπως ο μικρούλης, φοβισμένος, πεινασμένος, χωρίς πατρίδα και ελπίδα, πρόσφυγας, είναι ο νέος Χριστός της απάνθρωπης εποχής μας γι' αυτήν την εβδομάδα;
Αυτοί οι «λεβέντες», «Εθνικιστές» με τα απύθμενα προφανώς, προσωπικά ψυχολογικά προβλήματα, πως να νιώθουν άραγε; Αν βέβαια έχουν διατηρήσει κάποιο ίχνος ανθρωπιάς μέσα τους, που μάλλον όμως, γι’ αυτούς η ανθρωπιά είναι είδος άγνωστο ύποπτο και αντεθνικό.
Ο μικρός έψαχνε για ένα κομμάτι σκουπιδιασμένο ψωμί στον κάδο των απορριμμάτων. Οι «ατρόμητοι» και ανυποχώρητοι «καθαρόαιμοι» πατριώτες    έψαχναν για να βρουν θύμα των "ιδεών" και της "αγωνιστικότητα" τους. Το βρήκαν στο πρόσωπο του εξαθλιωμένου μικρού λαθρομετανάστη. Αν τους ρωτήσει κανείς, ενδεχομένως να απαντήσουν με το γνωστό επιχείρημα των δειλών: "Οι αγώνες έχουνε και θύματα". Τέτοια κατάπτωση και κτηνωδία….

 

              Λίγες μέρες πριν από τα Χριστούγεννα του 2012

                                                                                Γιώργος Καπράνος

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2012

Η ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ 1922-1945
..Ενας νέος άνδρας, με μάτια κατακόκκινα από το κλάμα, παραπατώντας σκόνταψε απάνω στο Γιάννη. Στην προσπάθεια του να κρατηθεί, γαντζώθηκε στον ώμο του και κλαίγοντας με λυγμούς, ψιθύριζε:
-Το βράδυ κοιμηθήκαμε νοικοκυραίοι και το πρωί ξυπνήσαμε πρόσφυγες, ξεσπιτωμένοι, άστεγοι, πεινασμένοι και κατεστραμμένοι. Γίναμε ζητιάνοι, ζήτουλες για ένα κομμάτι ψωμί, για ένα κύπελλο νερό. Πιο πολύ με πονάει η περιφρόνηση των ντόπιων. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις. αλλά μόνο που είναι λίγες και η δυστυχία μας μεγάλη, αμέτρητη.
Τι να σου κάνουν μερικοί πονετικοί και καλόκαρδοι άνθρωποι; Φτωχοί κ' αυτοί. Όμως κάποιοι απ' αυτούς, μοιράζουνε τη λιγοστή μπουκιά τους, μαζί μας Η αλήθεια να λέγε
ται. Σε τέτοιες καταστροφές αναζητάς τον άνθρωπο και δύσκολα τον βρίσκεις.
Οι περισσότεροι πρόσφυγες παρέμεναν βουβοί, χαμένοι, με τα μάτια βουρκωμένα.
Πανιασμένα πρόσωπα καισώματα που με τη στάση τους έμοιαζαν να έχουν χάσει τη δυνατότη
τα για κάθε ενέργεια. Σαν ανθρώπινες μαριονέτες που τους είχε κοπεί ο σπάγκος που τους έδινε κίνηση. Κάποιες στιγμές μόνο, κάποια χέρια υψώνονταν σε στάση ικεσίας και προσμονής.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ από το ιστορικό μυθιστόρημα του Γιώργου Καπράνου :"Η ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ 1922-1945 Από το Διωγμό στην Κατοχή"

Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

"Ο ΤΣΙΡΛΙΛΗΣ" 3
[...]Η Τασία δεν ρωτήθηκε καθόλου. Απλά της ανακοινώσανε πως σε δέκα μέρες, αφού ετοιμαστούνε, θα γίνουνε οι γάμοι της με τον καπετάνιο, τον Γκοσμά, τον Τσιρλιλή δηλαδή, για να μην μπερδευόμαστε στην αφήγηση. Η Τασία αφού έμαθε τα καθέκαστα και τις αποφάσεις τους, έμεινε ξερή και άλαλη στην αρχή. Τον τελευταίο άνθρωπο που θα σκεφτότανε για άντρα της, θα ήτανε ο Γκοσμάς. Όταν συνήλθε, ρώτησε αχνά.
-Για ρίξιμο με έχετε ορέ αφορεσμένοι; Τι είμαι ορέ ξαποχτισμένοι, φρόκαλο; Δεν έχω γνώμη;
Δεν πρόκαμε να ρωτήσει και να πει περισσότερα και ένα φούσκος [χαστούκι] που τις έριξε ο μεγαλύτερος αδερφός της στο μάγουλο, την έκαμε να βγάλει μια κραυγή και να φύγει τρέχοντας.
-Φύγε αγγελοκρουσμένη! Να ετοιμαστείς για γάμο με το νοικοκύρη άνθρωπο, να γίνεις νοικοκυρά γυναίκα και να τα αφήκεις αυτά που ξέρεις. Εμείς μωρή, κρατάμε σέστο [τάξη], στο σπιτικό μας. Δεν ειμάστενε ρεντίκολα [ξεφτίλες] τσι πεντάρας. Βουρδούγια [ρεζιλίκια] εμείς δεν ασκώνουμε [σηκώνουμε]. Τέτοια καμώματα και βουρδούγια τα κάνουνε κάποιες ξετσίπωτες στη Χώρα, που έχουνε- λέει-πάει και στο γυμνάσιο, είναι και μορφωμένες, να σου πετύχει. Γι' αυτό και πολλές πάνε με μορόζους, [εραστές] που τσι γκαστρώνουνε και κάνουνε πατεράδες και αδέρφια ρεντίκολα τσι ρούγες [καντούνια] και δε μπορούνε να παρουσιαστούνε πουθενά. Εδώ είναι χωριό και κρατάμε ακόμα. Μπορεί ο παπάκης μας [πατέρας] να μη ζει, αλλά μας άφηκε ευκή και κατάρα να σε αποκαταστήσουμε με δόξα και τιμή. Εκατάλαβες ορή χαζολοισμένη;
Την επήγανε με το στανιό [αναγκαστικά, με το ζόρι] στον μαρκάντε [έμπορο], στη Χώρα, για να τις ψωνίσουνε τα χρειαζούμενα, χωρίς μάλιστα να της δώσουνε το λόγο για το τί ψωνίζουνε. Αυτό μας έλλειπε, είπανε, να τη βάλουμε να διαλέξει προικιά. "Κρέας σκέτο οι γυναίκες, κρέας που το τρώνε οι σκύλοι".
Τέτοιους λεβέντες είχε για αδέρφια αυτό το ορφανό θηλυκό. Αχ και να ζούσε η μάνα της.. Στο χωριό τους στη Λευκίμμη, ο κόσμος ήτανε πολύ πίσω: ο καθυστερημένος νότος που τον συναντάμε σε πολλά μέρη του κόσμου.....
[Απόσπασμα απο τη νουβέλα: "Ο Τσιρλιλής", του Γιώργου Καπράνου]

Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012



ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ

Ένας νέος ποιητής μ' επισκέφθηκε. Ήταν πολύ πτωχός, εζούσε από την φιλολογική του εργασία και με φαίνονταν σαν κάπως να λυπούνταν, βλέποντας το καλό σπίτι που κατοικούσα, τον δούλον μου που τον έφερε ένα καλό σερβιτό τσάι, τα ρούχα μου τα καμωμένα σε καλό ράπτη.
Είπε: "Τι φρικτό πράγμα να έχει κανείς να παλεύει, να βγάζει τα προς το ζην, να κυνηγάς συνδρομητάς για το περιοδικό σου, αγοραστάς για τα βιβλία σου".
Δεν θέλησα να τον αφήσω στην πλάνη του και του είπα μερικά λόγια, περίπου σαν τα εξής: Δυσάρεστη και βαριά η θέσις του, αλλά τι ακριβά που με κοστίζουν εμένα, οι μικρές μου πολυτέλειες. Για να τις αποκτήσω βγήκα από τη φυσική μου γραμμή και έγινα ένας κυβερνητικός υπάλληλος [τι γελοίο] και ξοδιάζω και χάνω τόσες πολύτιμες ώρες την ημέρα [στις οποίες πρέπει να προστεθούν και οι ώρες του καμάτου και χαυνώσεως που τες διαδέχονται]. Τι ζημιά,.. τι ζημιά, τι προδοσία. Ενώ εκείνος ο πτωχός δεν χάνει καμία ώρα. Είναι πάντα εκεί, πιστό του καθήκοντος παιδί.
Πόσες φορές μες στη δουλειά μου μ' έρχεται μια ωραία ιδέα, μια σπάνια εικόνα, σαν ετοιμοκαμωμένοι αιφνίδιοι στίχοι και αναγκάζομαι να τα παραμελώ; Διότι η υπηρεσία δεν αναβάλλεται. Έπειτα σαν γυρίζω σπίτι μου, σαν συνέλθω κομμάτι, γυρεύω να τ' ανακαλέσω, αλλά πάνε πια. Και δικαίως. Μοιάζει σαν η τέχνη να με λέγει: "Δεν είμαι δούλα σου εγώ, για να με διώχνεις σαν έρχομαι και νάρχομαι σαν θες. Είμαι η μεγαλύτερη Κερά του κόσμου. Και αν με αρνήθηκες- προδότη και ταπεινέ-, για το καλό σπίτι, για τα ελεεινά σου καλά ρούχα, για την ελεεινή καλή σου κοινωνική θέση, αρκέσου μ' αυτά λοιπόν [που μπορείς να αρκεσθείς] και με τις λίγες στιγμές που όταν έρχομαι, συμπίπτει να είσαι έτοιμος να με δεχθείς, βγαλμένος στην πόρτα να με περιμένεις, όπως έπρεπε να είσαι κάθε μέρα.
Ιούνιος 1905
Απόσπασμα από την ομιλία του Γιώργου Καπράνου στην Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών, για τον Κωνσταντίνο Καβάφη.

Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2012

Μια ανάρτηση μου, πριν από 4 χρόνια. Ταπεινό μνημόσυνο στη μνήμη του Αλέξη
 
 
Τετάρτη, 10 Δεκεμβρίου 2008


Τα θλιβερά γεγονότα αυτών των ημερών, αποτελούν τον προθάλαμο του αύριο. Τίποτα δεν θα είναι ίδιο. Όσο κ' αν προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν, όσο κ' αν επιστρατεύουν τους ραδιοτηλεοπτικούς κοινωνικούς "διαμορφωτές" τους, όλα δείχνουν πως κάτι αλλάζει.
Αυτά τα παιδόπουλα των 15 χρόνων πήρανε στα άπειρα χέρια τους αυτά που δεν αποφασίζαμε εμείς, οι υπεύθυνοι και βολεμένοι να αναλάβουμε. Η σφαίρα του ηλίθιου ράμπο δολοφόνησε ένα παιδί απάνω στην πρώιμη άνοιξη της ζωής του, αλλά παράλληλα κατάφερε καίριο πλήγμα στον πλαστό και εικονικό κόσμο που κάποιοι έχουνε φιλοτεχνήσει για μας και με τη δική μας ανοχή, βέβαια.
Ένας λαός ξεγελασμένος, από ένα σύστημα πολιτικοκοινωνικής εξουσίας ανάλγητης. Μια κοινωνία που έχει παραδοθεί στη συμμαχία της πολιτικής και ενός καλογερίστικου μεσαίωνα. Μια νεολαία χωρίς προοπτικές και μέλλον. Ένας κόσμος που περιλαμβάνει τις στρατιές των ανέργων που δεν είναι πλέον εργαζόμενοι, αλλά "απασχολήσιμοι" των 500 ευρώ που φυτοζωούν, καταδικασμένοι στην απελπισία της φτώχειας και της ανασφάλειας.
Τα γεγονότα ήταν αναμενόμενα και ως κοινωνία έχουμε την υποχρέωση να υποστούμε τους κραδασμούς τους.
Δεν πρέπει να πέσουμε στις παγίδες που στήνουν. Οι νέοι ξέρουν πως οι κουκουλοφόροι και τα άλλα σκοτεινά όργανα θα ενεργήσουν σύμφωνα με τις εντολές που έχουν. Σκοπός τους είναι η δυσφήμηση και ο ευτελισμός των κοινωνικών αγώνων.
Οι δημοκράτες και οι κοινωνικά υπεύθυνοι πολίτες δεν φορούν κουκούλες, δεν καταστρέ
φουν, δεν κάνουν πλιάτσικο. Οι πραγματικοί δημοκράτες δεν θα καπηλευθούν τον άδικο θάνατό σου
Αυτοί που κρύβουν τα πρόσωπα τους, δεν ανήκουν σε μας. Αλλά σ' αυτούς που επιδιώκουν να συνεχίσουν να χαλκεύουν δεσμά στα ανθρώπινα και δημοκρατικά δικαιώματα του λαού.

Αναρτήθηκε από ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΡΑΝΟΣ